ΠΑΝΟΥ ΠΟΛΥ
Η εικονα-ηχος-video-κειμενο ενδεχεται να υποκειται σε πνευματικα δικαιωματα.
Ελληνίδα τραγουδίστρια, μία από τις σημαντικότερες φωνές του λαϊκού τραγουδιού.Η Πολυτίμη Κολιοπάνου, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα,
γεννήθηκε στην Αθήνα στις 28 Οκτωβρίου 1940, αλλά μεγάλωσε στην Πάτρα. «Νονός» του καλλιτεχνικού της ονόματος ήταν ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο άνθρωπος που την ανακάλυψε στην Πάτρα και έμελλε να της αλλάξει τη ζωή. Μπήκε στη δισκογραφία με το Πήρα τη στράτα την κακιά (1952) του Μπιθικώτση. Συνέχισε με το Να πας να πεις της μάνας μου του Ζαμπέτα- Τσάντα (1956) και Τα αδέλφια δε χωρίζουνε, Τα λιμάνια, Το δαχτυλίδι, Άλλα μου λεν τα μάτια σου, Ένα σφάλμα έκανα, Εσένα δε σου άξιζε αγάπη, Ο κόσμος όλος με κατακρίνει και άλλα.Ίδρυσε, αρχικά μαζί με τον Πάνο Γαβαλά, τη δισκογραφική εταιρεία «Βεντέτα» Σημειώνεται ότι η Πόλυ Πάνου ήταν η πρώτη που τραγούδησε τα “Παιδιά του Πειραιά , που έγινε αργότερα διεθνής επιτυχία.
Η σχέση της με το λαϊκό τραγούδι ξεκινά από τα μικράτα της. Μαθήτρια του δημοτικού ακόμη, κάνει σκασιαρχείο από το σχολείο και πηγαίνει στα Ψηλαλώνια της Πάτρας, για να ακούσει τα καινούργια τραγούδια της εποχής. Δεκάχρονη παιδούλα εντυπωσιάζει με τις φωνητικές της ικανότητες, όταν στο μαγαζί όπου εμφανιζόταν ο Σταύρος Τζουανάκος, ανεβαίνει στο πάλκο και τραγουδά τη Συλβάνα του Μανώλη Χιώτη. Αργότερα, κρυφά από τους γονείς της, συμμετέχει σ’ ένα διαγωνισμό ταλέντων της πόλης, στον οποίο τραγουδά τη Μητέρα του Φώτη Πολυμέρη και διακρίνεται ανάμεσα σε 260 παιδιά, παίρνοντας το πρώτο βραβείο. Οι εφημερίδες τότε γράφουν για τη «μικρή Πατρινοπούλα, το παιδί θαύμα που πήρε το πρώτο βραβείο».
Ένα χρόνο μετά από το διαγωνισμό, βρίσκεται στην Πάτρα για εμφανίσεις ο νεαρός τότε και ταλαντούχος Γρηγόρης Μπιθικώτσης. Έψαχνε εναγωνίως για νέα τραγουδίστρια, αφού η τραγουδίστρια του συγκροτήματός του, τους είχε εγκαταλείψει. Τότε, τυχαία σ’ ένα κουρείο της γειτονιάς της, έμαθε για τη μικρή Πολυτίμη με το «χρυσό λαρύγγι», όπως την αποκαλούσε και ο ίδιος αργότερα. Τη βρήκε, την άκουσε να τραγουδά τα «βαριά» του Τζουανάκου και τα «ελαφρά» του Πολυμέρη και αμέσως της ζήτησε να τον ακολουθήσει.
Απεβίωσε στις 27 Σεπτεμβρίου 2013 στην Αθήνα ύστερα από μάχη με τον καρκίνο